Η Βλάχικη (Αρωμανική) γλώσσα, κοινώς τα Βλάχικα, είναι μια αυτόνομη νεολατινική γλώσσα, ήδη διαμορφωμένη τον 6ο αιώνα μ.Χ.
Μετά την Πρωτορωμανική περίοδο, από τη λαϊκή λατινική της Βαλκανικής (Latinum Balcanicum) προήλθαν τέσσερις (4) νεολατινικές γλώσσες.
Η Αρωμανική (Βλάχικη) και η Μογλενίτικη στον άξονα της Εγνατίας και η Ιστρορουμανική και η Δακορουμανική στον άξονα του Δούναβη. Με τον ίδιο τρόπο, από τη Δυτική λατινική προήλθαν και οι υπόλοιπες σύγχρονες νεολατινικές γλώσσες, δηλαδή τα Ιταλικά, τα Ισπανικά, τα Γαλλικά και τα Πορτογαλικά. Έτσι εξηγούνται και οι ομοιότητες της Βλάχικης (Αρωμανικής) γλώσσας σε γραμματική και συντακτικό με τις συγκεκριμένες Ευρωπαϊκές γλώσσες, καθώς και με τις αντίστοιχες νεολατινικές γλώσσες της Βαλκανικής.
Η Βλάχικη γλώσσα ήταν ανέκαθεν προφορική, όπως και το 1/3 των γλωσσών παγκοσμίως. Πιθανόν αυτό να οφείλεται και στις ιδιαιτερότητες της ζωής των ανθρώπων που την μιλούσαν.
Όλες οι γλώσσες είναι δυνατόν και είναι επιβεβλημένο να εγγραμματιστούν, καθώς μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορούν να διασωθούν και να παραμείνουν ζωντανές στο χρόνο.
Στο συγκεκριμένο βιβλίο και στο πλαίσιο του εγγραμματισμού της Βλάχικης (Αρωμανικής) γλώσσας, γίνεται χρήση του λατινικού αλφαβήτου, με παράλληλη προφορά όλων των λέξεων στα Ελληνικά, με στόχο την μεγαλύτερη εξοικείωση όλων των αναγνωστών, ανεξαρτήτως ηλικίας και επιπέδου εκπαίδευσης.